Η κατεύθυνση που διαμορφώνεται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση έχει ως στόχο ένα ακόμα πιο ταξικό πεδίο για τους μαθητές και έρχεται, με μεγαλύτερη φόρα από ποτέ, να τσακίσει ό,τι δικαίωμα και κατάκτηση κατάφερε να κερδίσει τα τελευταία χρόνια το κίνημα των μαθητών και όχι μόνο. Κυβέρνηση και Υπουργείο υψώνουν ταξικούς φραγμούς με στόχο να αποκλείσουν χιλιάδες μαθητές από την τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Όλο το προηγούμενο διάστημα το Υπουργείο Παιδείας ανοιγόκλεινε τα σχολεία χωρίς κανένα υγειονομικό μέτρο προστασίας, και εφάρμοζε την πολιτική των αποκλεισμών και των ταξικών φραγμών μέσω της τηλεκπαίδευσης. Η κυβέρνηση, εκμεταλλευόμενη την πανδημία και το γεγονός ότι σχολεία και σχολές ήταν κλειστά, ψήφισε τον ν. Κεραμέως- Χρυσοχοΐδη (4777/2020). Αυτός είναι και ο τρίτος νόμος που θεσμοθέτησε για την εκπαίδευση εν μέσω πανδημίας. Είχαν προηγηθεί ο νόμος 4692/2020 (Καλοκαίρι του 2020) που επανέφερε την Τράπεζα Θεμάτων στις εξετάσεις του Λυκείου και ο νόμος 4763/2020 (Χειμώνας του 2020) που όριζε την ίδρυση μιας μετα-γυμνασιακής εκπαιδευτικής βαθμίδας, διετούς φοίτησης, με υποχρεωτικό τον θεσμό της μαθητείας. Ο νόμος 4777 φέρνει την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ) και τα διπλά μηχανογραφικά υψώνοντας σκληρούς ταξικούς φραγμούς από το Λύκειο στο Πανεπιστήμιο.

Ο νόμος 4777 τσακίζει το λαϊκό δικαίωμα στην εκπαίδευση. Τα στοιχεία μιλάνε από μόνα τους. Η εφαρμογή της ΕΒΕ για πρώτη φορά φέτος σημαίνει πως «με το καλημέρα» 30.000 μαθητές θα αποκλειστούν από το Πανεπιστήμιο. Οι εισακτέοι στις σχολές θα μειωθούν δραματικά, ενώ από του χρόνου, με την παράλληλη εφαρμογή του διπλού μηχανογραφικού, θα κουτσουρευτούν κατά πολύ οι επιλογές του κάθε υποψηφίου. Αυτή η ταξική επίθεση έρχεται να αναπροσαρμόσει την εκπαίδευση στα δεδομένα της αγοράς εργασίας και να προετοιμάσει την νεολαία, ειδικά των πιο φτωχών και λαϊκών στρωμάτων, για το μαύρο εργασιακό μέλλον που της επιφυλάσσει  το σύστημα. Δεν είναι τυχαίο ότι, ταυτόχρονα με τη σφοδρή επίθεση στην εκπαίδευση, προωθείται το αντεργατικό νομοσχέδιο Χατζηδάκη που φέρνει την ιστορικής σημασίας κατάργηση του 8ώρου, χτυπάει τις συνδικαλιστικές ελευθερίες και περιλαμβάνει επιπλέον αντεργατικές διατάξεις. Η επίθεση που δέχεται η μαθητιώσα νεολαία δεν αφορά μόνο τους μαθητές, αλλά το αν θα έχουν το δικαίωμα τα παιδιά του λαού και της εργατικής τάξης να σπουδάζουν και να δουλεύουν με αξιοπρεπείς όρους.

Και έτσι μπαίνει το ερώτημα: μπορεί να ανατραπεί αυτή η κατάσταση - και αν ναι, ποια πρέπει να είναι η κατεύθυνση για να γίνει αυτό; Η κατεύθυνση που μπορεί να φέρει νικηφόρους αγώνες είναι να μπει ξανά σαν αιχμή το αίτημα της ανατροπής του νόμου Κεραμέως και της ΕΒΕ. Η Μαθητική Αντίσταση ανέπτυξε από την αρχή  το αίτημα «Ανατροπή του ν.Κεραμέως», από κοντά με τους υπόλοιπους νόμους που πέρασαν στην εκπαίδευση και έβαλε τις δυνάμεις της για να γίνουν κινητοποιήσεις με αιχμή την κατάργηση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής ενόψει Πανελλαδικών εξετάσεων.  Αυτό, όμως, για να μην μένει μόνο στα λόγια, πρέπει να προχωρήσει σε αντιπαράθεση με λογικές ήττας, απόψεις συνδιαλλαγής και διαλόγου με το Υπουργείο. Πρέπει να χαραχτεί ο δρόμος της αντίστασης στην επίθεση και της ανατροπής μέσω συνελεύσεων στα σχολεία, καταλήψεων και διαδηλώσεων.

Η κυρίαρχη αριστερά στα σχολεία, με κύρια ευθύνη της ΚΝΕ, έδειξε τι αποτελέσματα έχουν οι  «διάλογοι» με το σύστημα στην αρχή της φετινής χρονιάς. Τότε ξέσπασε μια ολόκληρη πανελλαδική κίνηση μαθητικών καταλήψεων που διεκδικούσε υγειονομικά μέτρα προστασίας απέναντι στην πανδημία και απόσυρση του νομοσχεδίου-έκτρωμα της Κεραμέως. Παρά τη συκοφάντηση από τα αστικά ΜΜΕ και από μέλη της κυβέρνησης, τους τραμπουκισμούς από «αγανακτισμένους» γονείς και καθηγητές, οι καταλήψεις επέμεναν και οι μαθητές ήθελαν να προχωρήσουν. Ωστόσο, πάνω στην καμπή των καταλήψεων και ενώ ήθελε πολύ δρόμο για να κερδηθούν τα μαθητικά  αιτήματα, η ΚΝΕ επέλεξε να δει μια ανύπαρκτη νίκη του αγώνα για να βάλει μπρος την κατεύθυνση υποταγής, καλώντας όλα τα σχολεία να ανοίξουν τις καταλήψεις με πρόφαση τις εκλογές πενταμελών-δεκαπενταμελών. Λες και οι μαθητές δεν μπορούσαν να αποφασίσουν και να εκλέξουν μέσα στην κατάληψη τα όργανά τους. Ειδικά όταν το σύστημα όξυνε την επίθεσή του και οι απειλές της κυβέρνησης μετατράπηκαν σε άγρια καταστολή των μαθητών, φάνηκαν τα όρια της γραμμής της συνδιαλλαγής και το γεγονός ότι ο ρεφορμισμός δεν έχει τα πολιτικά εφόδια για την συνέχιση ενός αγώνα. Έτσι η γραμμή της υποταγής της ΚΝΕ, αφού κυριάρχησε, συνέβαλλε καθοριστικά στο κλείσιμο του αγώνα και στο να μην γίνει άλλη προσπάθεια καταλήψεων.  Η δύναμη αυτή δεν πιστεύει ούτε επιδιώκει την ανάπτυξη κινήματος ικανού να αναχαιτίσει την επίθεση, για αυτό και επέλεξε να μην θέσει τον νόμο Κεραμέως ως αιχμή μαθητικών κινητοποιήσεων. Προτίμησε να παρουσιάζει «αντιπροτάσεις» και «εκπαιδευτικά μοντέλα» στο σύστημα. Με το άνοιγμα των σχολείων μετά το Πάσχα, η ΚΝΕ δεν είπε κουβέντα για τον νόμο Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη, μην τυχόν οι μαθητές οργανωθούν και συνδεθούν με τις φοιτητικές κινητοποιήσεις ενάντια στο νόμο. Τα αιτήματα που διαμόρφωσε αφορούσαν την τηλεκπαίδευση και τα μέτρα προστασίας στα σχολεία, αλλά δεν αναδεικνυόταν πουθενά η ανάγκη εναντίωσης στον νόμο.

Κόντρα σε αυτή την λογική και γνωρίζοντας πως η κυβέρνηση, για λογαριασμό του συστήματος, είναι αποφασισμένη να επιβάλει του πιο ταξικούς φραγμούς στην εκπαίδευση πρέπει να ξαναμπεί η κατεύθυνση της ανατροπής. Η πολιτική που ακολουθεί το σύστημα από το δημοτικό μέχρι την Γ΄ Λυκείου αποθαρρύνει και αναγκάζει πολλούς μαθητές να παρατάνε τις σπουδές, ακόμα και το σχολείο, μπαίνοντας σε ένα αέναο κυνήγι «καταρτίσεων» και μαύρης εργασίας για να τα βγάλουν πέρα. Όσοι «τυχεροί» καταφέρουν να δώσουν πανελλαδικές θα έχουν να αντιμετωπίσουν έναν ακόμα πιο σκληρό ανταγωνισμό σε σχέση με προηγούμενα χρόνια. Η μείωση των εισακτέων θα τους αναγκάσει, όχι μόνο να είναι σε ένα απάνθρωπα εντατικοποιημένο πρόγραμμα κάθε μέρα, αλλά και στο να μάθουν από νωρίς την λογική του ατομικού δρόμου. Το αστικό κράτος, όσο προχωράει στην επίθεση του, θέλει να αποσύρεται όλο και περισσότερο από τα βαρίδια της υποχρέωσης να παρέχει δωρεάν παιδεία. Έτσι και όσοι περάσουν στο Πανεπιστήμιο θα έρθουν αντιμέτωποι με επιπλέον ταξικούς φραγμούς, διαγραφές, όρια φοίτησης και πειθαρχικά. Προετοιμάζουν τον αυριανό εργαζόμενο-λάστιχο, γι’ αυτό η στρατηγική επιλογή του συστήματος είναι, χωρίς να χάσει χρόνο, να εμπεδώσει στους μαθητές την προοπτική του εργασιακού μεσαίωνα. Αυτό, άλλωστε, έρχεται να εξυπηρετήσει και η καθιέρωση της μαθητείας (απλήρωτη εργασία ανηλίκων) στις Επαγγελματικές Σχολές Κατάρτισης.

Καθώς εντείνει την επίθεση, το σύστημα θα προσπαθήσει να συκοφαντήσει ξανά και ξανά τους μαθητικούς αγώνες και να τους καταστείλει, ακριβώς επειδή φοβάται την οργή της νεολαίας. Αυτό φάνηκε πολύ έντονα στις μαθητικές καταλήψεις στην αρχή της χρονιάς. Αποκορύφωμα της τρομοκρατίας είναι η πρόσφατη δίωξη μαθητών της Ιωνίδειας σχολής του Πειραιά, 8 μήνες μετά τις κινητοποιήσεις! Οι συγκεκριμένοι μαθητές είχαν βγει δημόσια στο NEWS24/ 7 για να μιλήσουν για την κατάληψη στο σχολείο τους και βρέθηκαν κατηγορούμενοι για βιαιοπραγίες και φθορά ξένης περιουσίας κατά τη διάρκεια της κατάληψης.

Είναι αναγκαίο, απέναντι σε όλα αυτά, να καταλάβουμε πως η επίθεση είναι συνολική και τέτοια πρέπει να είναι και η απάντηση. Είναι πιο αναγκαίο από ποτέ να συγκροτηθεί πανεκπαιδευτικό μέτωπο που θα συσπειρώνει συντονισμένα μαθητές, φοιτητές και εκπαιδευτικούς σε μια αγωνιστική κατεύθυνση με στόχους πάλης που θα έρχονται σε αντιπαράθεση με το σύστημα και τις επιταγές του υπουργείου, κόντρα στις λογικές της ήττας και της συνδιαλλαγής. Να χαραχτεί ο δρόμος της αντίστασης στην επίθεση και αυτός του μαζικού αγώνα για την υπεράσπιση του δικαιώματος στην εκπαίδευση.