Η ανασυγκρότηση του φοιτητικού κινήματος σε αγωνιστική κατεύθυνση βρίσκει πολλά εμπόδια από εχθρούς και «φίλους». Πρώτες και καλύτερες οι δυνάμεις του συστήματος (ΔΑΠ, ΠΑΣΠ, ΔΙΚΤΥΟ), οι οποίες βάζουν εμπόδιο σε κάθε αντίσταση/αγώνα που προβάλει η νεολαία. Από την άλλη οι δυνάμεις του ρεφορμισμού (ΠΚΣ/ΚΝΕ, ΕΑΑΚ-ΑΡΕΝ,ΑΤΤΑCK) με την στάση τους βάζουν εμπόδια στην ανάπτυξη των αντιστάσεων και των αγώνων των φοιτητών.
Συγκεκριμένα για τα πάλαι ποτέ ενιαία ΕΑΑΚ και ΑΡΕΝ, ήταν αποκαλυπτική η στάση τους στο διάστημα των κινητοποιήσεων κατά του νόμου Πιερρακάκη. Ήταν εκείνες οι δυνάμεις οι οποίες μαζί με την ΚΝΕ κατέβαζαν κοινά πλαίσια στο όνομα της «ενότητας» και αργότερα εμφάνιζαν δύο ξεχωριστά πανό συλλόγων, προχωρούσαν σε διαφορετικά συντονιστικά, ενώ μπορεί να άνοιγαν και τα… κεφάλια τους για την «κεφαλή της διαδήλωσης».
Μέσω της παράκαμψης των απαρτιών και την άρνηση καλέσματος σε Γενικές Συνελεύσεις, φανερώνεται η έλλειψη εμπιστοσύνης τους στις φοιτητικές μάζες και το προσπέρασμά τους. Εν μέσω των κινητοποιήσεων, ήταν αυτές οι δυνάμεις δεν σήκωσαν κανένα μέτωπο ενάντια στην τηλεκαταστολή, που πρώτη και καλύτερη η ΚΝΕ υποδέχτηκε σαν «αυτογκόλ της κυβέρνησης». Εναντιώθηκαν ενεργά στην πρόταση για ΑΠΟΧΗ από τις τηλεεξετάσεις και τα τηλεμαθήματα, καλλιεργώντας την ανάθεση. Ακολούθησαν την ΚΝΕ στο κλείσιμο των κινητοποιήσεων μετά την ψήφιση του νόμου, οδηγώντας στο τέλος του κύκλου των Γενικών Συνελεύσεων-Διαδηλώσεων-Καταλήψεων του κινήματος του Γενάρη-Φλεβάρη-Μάρτη '24. Αντίστοιχα εμπόδια με την ΠΚΣ έβαλαν και για την έμπρακτη ένδειξη αλληλεγγύης στον αγωνιζόμενο παλαιστινιακό λαό. Όχι μόνο με την άρνηση των διαδηλώσεων αλλά ακόμη και με την μη αναφορά του ζητήματος στα αμφιθέατρα.
Η στάση αυτή απορρέει από τις αδιέξοδες λογικές που διακατέχουν αυτές τις δυνάμεις. Από την μία είναι η ανάλυση του επιχειρηματικού πανεπιστημίου των ATTACΚ/νΚΑ και η άρνηση του ιδεολογικού και κατανεμητικού ρόλου του πανεπιστημίου. Από την άλλη, η αναζήτηση των ΕΑΑΚ για συμμάχους στο μεγαλοκαθηγητικό κατεστημένο και στους πρυτάνεις, την λεγόμενη ακαδημαϊκή κοινότητα, η οποία καμία σχέση δεν έχει με τα συμφέροντα των φοιτητών και ούτε θέλει, ούτε μπορεί (λόγω του ρόλου της), να αποτελέσει σύμμαχο του Φοιτητικού Κινήματος. Φανερώνει την ηττοπάθεια και την έλλειψη εμπιστοσύνης στους αγώνες της νεολαίας και την προοπτική τους. Μετά την ψήφιση του νόμου Πιερρακάκη έκλειναν το φοιτητικό κίνημα και χειροκροτούσαν τους καθηγητές οι οποίοι παρέπεμψαν τον νόμο στο ΣτΕ ως αντισυνταγματικό, το οποίο παρεπιπτόντως έκρινε συνταγματική την Πανεπιστημιακή Αστυνομία! Τάχθηκαν με το αίτημα, «ο νόμος να μείνει στα χαρτιά», αίτημα που είναι αδύνατο, διότι οι νόμοι ψηφίζονται για να εφαρμόζεται η επίθεση στην ζωή και τα δικαιώματα του λαού και της νεολαίας.
Επιπλέον θέλουν να παρουσιάζονται ως ανεξάρτητα, από οργανώσεις και κόμματα, σχήματα, ωστόσο εκείνα είτε σέρνονται πίσω από το ΚΚΕ (ΑΡΙΣ), είτε φιγουράρουν στα ψηφοδέλτια του Βαρουφάκη-ΜΕΡΑ25 (ΑΡΑΣ). Προσπαθούν να παρουσιάσουν ένα ενωτικό προφίλ, το οποίο μόνο μόνο κάλπικο μπορεί να χαρακτηριστεί. Παράδειγμα που επιβεβαιώνει τα παραπάνω είναι και το «σπάσιμο» του ενωτικού τους προφίλ παραμονές των εκλογών, με σχήματα τους να διαχωρίζονται από την «Αριστερή Ανατρεπτική Συμμαχία».
Η ανασυγκρότηση των Φοιτητικών Συλλογών και του Φοιτητικού Κινήματος, δεν μπορεί να αφεθεί πάνω σε δυνάμεις που αναζητούν συμμάχους στο μεγαλοκαθηγητικό κατεστημένο και αποδέχονται την Συνδιοίκηση/συνδιαχείριση της επίθεσης του συστήματος, με τις πρυτανείες, τις συγκλήτους, τις κυβερνήσεις και τα υπουργεία. Η ανασυγκρότηση του Φοιτητικού Κινήματος, η αντίσταση και η ΑΝΑΤΡΟΠΗ της επίθεσης μπορεί να γίνει με την ενεργή συμμετοχή των φοιτητών στις διαδικασίες του Φοιτητικού κινήματος (Γενικές Συνελεύσεις-Καταλήψεις-Διαδηλώσεις-Φοιτητικές εκλογές κλπ.) σε αντικαπιταλιστική-αντιμπεριαλιστική-αντιδιαχειριστική κατεύθυνση, κόντρα στην λογική της ανάθεσης των προβλημάτων σε «εκλεγμένους» αλλά με πρωταγωνιστή την ίδια την νεολαία.